Το βρογχικό άσθμα είναι μια ετερογενής νόσος η οποία χαρακτηρίζεται από χρόνια φλεγμονή των αεραγωγών και παρουσιάζεται με διάφορα συμπτώματα από το αναπνευστικό. Τα συμπτώματα αυτά έχουν διακύμανση στον χρόνο και στην ένταση ενώ μπορεί να συνοδεύονται από μεταβαλλόμενο περιορισμό στη ροή του εκπνεόμενου αέρα.
Η φλεγμονή των αεραγωγών είναι ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά της νόσου. Οι αεραγωγοί ή αλλιώς βρόγχοι είναι οι σωλήνες που μεταφέρουν τον αέρα στους πνεύμονες. Όταν κάποιος ασθενής με άσθμα εισπνεύσει κάποιον ερεθιστικό παράγοντα από το περιβάλλον, προκαλείται μια υπερβολική απάντηση των βρόγχων με σύσπαση των λείων μυικών ινών των αεραγωγών (βρογχόσπασμος), η οποία οδηγεί σε στένωση του αυλού τους. Η φλεγμονή των βρόγχων χαρακτηρίζεται από οίδημα και παραγωγή εκκρίσεων που είναι παχύρρευστες και κολλώδεις, με τελικό αποτέλεσμα την επιδείνωση της στένωσης του αυλού των βρόγχων. Έτσι, περιορίζεται η ροή του αέρα μέσα από τους βρόγχους.
Μια σχηματική απεικόνιση των μηχανισμών με τους οποίους η φλεγμονή προκαλεί απόφραξη των αεραγωγών σε ασθενείς με άσθμα φαίνεται στην επόμενη εικόνα.
Οι ασθενείς με άσθμα έχουν μια γενετική (κληρονομική) προδιάθεση, αλλά τα συμπτώματα εμφανίζονται μετά την έκθεση σε κάποιους εκλυτικούς παράγοντες. Τέτοιοι παράγοντες είναι οι λοιμώξεις (ιδιαίτερα οι ιογενείς), ερεθιστικοί παράγοντες στο περιβάλλον (σκόνη, γύρεις, τρίχωμα ζώων, υγρασία, καπνός, φάρμακα κ.λπ.) και η άσκηση.
Το άσθμα εμφανίζεται με επεισόδια που χαρακτηρίζονται από δύσπνοια (δυσκολία στην αναπνοή), βάρος στο στήθος, βήχα ή συριγμό (σφύριγμα στην αναπνοή). Τα συμπτώματα του άσθματος μπορεί να υποχωρήσουν με την κατάλληλη θεραπεία, αλλά μερικές φορές μπορούν να υποχωρήσουν αυτόματα. Η αποφυγή του ερεθιστικού παράγοντα που προκάλεσε τα συμπτώματα μερικές φορές αρκεί για να βελτιωθεί ο ασθενής. Κάποιοι άνθρωποι με άσθμα εμφανίζουν ελάχιστα συμπτώματα λίγες φορές στη ζωή τους, ενώ κάποιοι άλλοι εμφανίζουν καθημερινά συμπτώματα με σημαντικές επιπτώσεις στην καθημερινότητά τους.
Το άσθμα γενικά διαφέρει στις εκδηλώσεις του και ο κάθε ασθενής χρειάζεται ειδική αντιμετώπιση προσαρμοσμένη στις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητές του.
Το Άσθμα είναι μια από τις πιο συχνές χρόνιες μη-μεταδιδόμενες νόσους, η οποία επηρεάζει περισσότερους από 260 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως, με περίπου 3-5% των ασθενών αυτών να έχουν σοβαρό άσθμα που είναι μη ελεγχόμενο πάρα τη λήψη της βέλτιστης αγωγής. Πάνω από 450.000 θάνατοι κάθε χρόνο αποδίδονται στο άσθμα παγκοσμίως, οι περισσότεροι από τους οποίους μπορούν να προληφθούν. Το άσθμα είναι συχνότερο στις Δυτικές χώρες, αλλά φαίνεται ότι και άλλοι παράγοντες, γενετικοί, κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί παίζουν ρόλο. Η θνητότητα, ωστόσο, είναι μεγαλύτερη στις χώρες με μέσο ή χαμηλό εισόδημα.
Στην Ελλάδα, υπολογίζεται ότι περίπου το 9% του γενικού πληθυσμού πάσχει από άσθμα. Το άσθμα είναι πιο συχνό στα αγόρια στην παιδική ηλικία και στις γυναίκες μετά την ενηλικίωση.