O νέος κορονοϊός SARS-COV2 και η νόσος COVID-19 είχε προκαλέσει μεγάλη ανησυχία σε ανθρώπους που πάσχουν από νοσήματα του αναπνευστικού όπως το βρογχικό άσθμα, κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Ωστόσο, παρόλο που οι ιογενείς λοιμώξεις αποτελούν συχνή αιτία απορρύθμισης του άσθματος, οι ασθενείς με άσθμα φαίνεται ότι δεν έχουν αυξημένο κίνδυνο να νοσήσουν από COVID-19 και μελέτες έχουν δείξει ότι οι ασθενείς με καλά ελεγχόμενο ήπιο και μέτριο άσθμα δεν έχουν αυξημένο κίνδυνο να νοσήσουν με σοβαρή COVID-19 νόσο, δηλαδή δεν διατρέχουν παραπάνω κίνδυνο να νοσηλευτούν.
Το 2020 και το 2021 είχε καταγραφεί χαμηλότερος αριθμός «κρίσεων» άσθματος πιθανώς ως αποτέλεσμα των μέτρων ατομικής προστασίας.
Δεδομένου ότι με τα νεότερα φάρμακα και τις ειδικές βιολογικές θεραπείες μπορούμε να ρυθμίσουμε πλήρως ακόμα και το σοβαρό άσθμα, ο ασθματικός δεν έχει κανένα λόγο να ανησυχεί για την νόσο COVID-19. Δυστυχώς, δεν συμβαίνει το ίδιο όταν το άσθμα δεν είναι ρυθμισμένο (πχ όταν υπάρχουν συχνές παροξύνσεις άσθματος) οπότε υπάρχει αυξημένος κίνδυνος ακόμα και για τη ζωή του ασθματικού ασθενούς.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο αποτελεσματικότερος τρόπος προστασίας έναντι της COVID-19 παραμένει ο εμβολιασμός. Ο εμβολιασμός συνιστάται σε όλους τους ασθματικούς ακόμα και σε αυτούς που πάσχουν από αλλεργίες. Οι αλλεργικές αντιδράσεις στο εμβόλιο είναι πάρα πολύ σπάνιες, πλήρως αντιμετωπίσιμες και δεν σχετίζονται με τις κοινές αλλεργίες που έχουν οι ασθματικοί. Όταν υπάρχει υποψία αλλεργίας στα συστατικά του εμβολίου θα πρέπει να αναφέρεται στον θεράποντα ιατρό και να γίνεται έλεγχος από αλλεργιολόγο.
Όσον αφορά τα συμπτώματα μετά την νόσηση με COVID-19, γνωστά ως long–COVID-19 νόσος, δεν φαίνεται να εμφανίζονται συχνότερα ούτε να διαφέρουν στους ασθματικούς ασθενείς. Όταν εμφανιστούν ο πνευμονολόγος είναι ο αρμόδιος ιατρός για την διερεύνηση και αντιμετώπισή τους σύμφωνα με τις οδηγίες της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας.